Nuit de Noël…

 

 

 

 

 

addtext_com_MDkxODMyNTYwMzM

 

Είναι μια παγωμένη και μουντή μέρα. Αλλά όχι μια οποιαδήποτε μέρα. Είναι παραμονή Χριστουγέννων. Και θα έλεγα μια παραμυθένια παραμονή Χριστουγέννων, καθώς τις προηγούμενες μέρες έπεσε άφθονο χιόνι που έκανε την γκρίζα Θεσσαλονίκη να ντυθεί στα λευκά και να φαντάζει σαν πραγματική νύμφη τού Θερμαϊκού.

 

Κι αυτό τουλάχιστον το πρωινό το σύμπαν συνομώτησε στ’αλήθεια για να ανταμείψει την τόσο ιδιαίτερη αγάπη που τρέφω γι’αυτές τις μέρες, στέλνοντας το αόρατο χέρι τής Θεάς Τύχης να οδηγήσει τα βήματά μου σε μια υπαίθρια αγορά, όπου τα γιορτινά μου ψώνια έγιναν ακόμη πιο Χριστουγεννιάτικα μ’έναν αναπάντεχο τρόπο.

 

Ανάμεσα σε ένα ατελείωτο πλήθος από ετερόκλητα αντικείμενα το μάτι μου έπεσε σ’ένα παμπάλαιο μπουκαλάκι Nuit de Noël που ο κόσμος το προσπερνούσε αδιάφορα. Στεκόταν εκεί με την θήκη του από δερμα καρχαρία στο χρώμα τού νεφρίτη, την νοσταλγική του φουντίτσα, κι όλα εκείνα που με είχαν κάνει να το θεωρώ ως μια απ’τις πιο κομψές παρουσίες που πέρασαν ποτέ απ’τους χιλιοπερπατημένους αρωματικούς δρόμους τής ρουτίνας και τής επανάληψης.

 

nuit-de-noel

 

Φυσικά το άρπαξα χωρίς δεύτερη σκέψη, προσπερνώντας το γεγονός ότι ήταν πιο άδειο κι απ’τον απ’άκρη σ’άκρη γκρίζο ουρανό που μας σκέπαζε. Σκέφτηκα ότι το να ήθελα να ήταν και γεμάτο θα αποτελούσε ύβρι απέναντι στην Θεά Τύχη, και η ύβρις δεν μένει ποτέ ατιμώρητη στην χώρα που γέννησε την έννοιά της.

Έχοντας λοιπόν ένα απτό κομμάτι ιστορίας στην τσέπη τού παλτού μου αποφασίζω πως το να πιω κανά δυο ποτά όσο θα το θαυμάζω δεν θα ήταν και τόσο κακή ιδέα αυτό το κρύο χειμωνιάτικο πρωινό.

Προσποιούμενος λοιπόν ότι βρίσκομαι στα Χριστούγεννα τού 1922 μπαίνω σ’ένα παλιό μπιστρό στην πιο ζωντανή πλατεία τής πόλης και παραγγέλνω ένα ποτήρι παλιό κονιάκ.

Απ’το σημείο που βρίσκομαι βλέπω ένα κορίτσι να κάθεται στα σκαλιά μιας πολυκατοικίας απέναντι απ’τα πλαϊνά παράθυρα τού μπιστρό.

Ένας καταρράκτης κόκκινων φλόγινων μαλλιών ξεχύνεται απ’το όμορφο τσόχινο καπέλλο που φοράει.

 

2

 

Μοιάζει με πυρσό που καίει στο χιόνι…

Έχει βάλει την τσάντα της στο υγρό και παγωμένο μάρμαρο και κάθεται επάνω της. Κρατάει μια μικρή χάρτινη σακκούλα και μοιάζει συνεπαρμένη. Αναρωτιέμαι τι να είναι άραγε αυτό που φωτίζει το πρόσωπό της. Πίνω μια γουλιά κονιάκ και χαμογελάω.

Αυτό που βγάζει απ΄την σακκούλα κάνει την καρδιά μου να πηδήξει μέσα στο στήθος μου. Αναγνωρίζω αμέσως το απλό παραλληλόγραμμο μπουκάλι με το μαύρο καπάκι. Ή για να το θέσω καλύτερα, αναγνωρίζω αμέσως την ετικέττα του. Το ανοίγει κι αφήνει με σχεδόν ευλαβικές κινήσεις μερικές σταγόνες να κυλήσουν στον καρπό και στο πλάι τού λαιμού της. Αν δεν πρόκειται για σύμπτωση τότε πρόκειται σίγουρα για την μοίρα που μού γνέφει.

Παίρνοντας θάρρος απ’το πνεύμα των ημερών, αποφασίζω να γίνω λίγο πιο τολμηρός απ’ό,τι είμαι συνήθως και ν’ανακαλύψω αν τελικά φταίει η σύμπτωση ή η μοίρα.

-Θα σού δείξω το δικό μου αν μού δείξεις κι εσύ το δικό σου.

Τα κεχριμπαρένια μάτια της ανοίγουν διάπλατα από έκπληξη.

-Τι;…

– Για την Παραμονή των Χριστουγέννων που κρατάς λέω.

-Ε, τι τρέχει μ’αυτήν;

Κουνάω το μπουκαλάκι μου μπροστά στα μάτια της που ανοίγουν ακόμη πιο διάπλατα.

-Ρε! Αυτό έχει το ίδιο όνομα αλλά είναι εκατό φορές πιο όμορφο και δείχνει αρχαίο! Τι είναι;

-Η γιαγιά τού δικού σου. Ενδιαφέρεσαι να την γνωρίσεις;

Δέχεται την πρόσκλησή μου για ένα ποτό. Στο κάτω-κάτω κάνει παγωνιά εδώ έξω.

-Ω θεούλη μου! Είναι σκέτη μαγεία!…

Αν και το άρωμα έχει φύγει εδώ και χρόνια, η ψυχή του πλανιέται ακόμη μέσα στο μπουκάλι. Και καμμιά φορά ένας αντίλαλος μπορεί να είναι πιο δυνατός απ’τον ήχο που τον δημιούργησε.

Παραμένει σιωπηλή με τα μάτια κλειστά για ώρα.

Αν και υποψιάζομαι που ταξιδεύει, την ρωτάω.

-Προσπαθούσα να φανταστώ κάποια απ’τα χέρια που κράτησαν κάποτε αυτό το μπουκαλάκι και μερικά απ’τα τρυφερά ή παθιασμένα λόγια που ψιθυρίστηκαν εξαιτίας τού περιεχομένου του. Τέλος πάντων, το λεωφορείο μου φεύγει σε τέσσερεις ώρες. Μπορείς να ανεχτείς μια εκστασιασμένη δίπλα σου για τόσο πολύ ευγενικέ μου άγνωστε;

Τα “ευγενικέ μου άγνωστε” και “ευγενική μου άγνωστη” είναι ο τρόπος που συμφωνήσαμε να αποκαλούμε ο ένας την άλλη. Έτσι, για να διατηρήσουμε λίγο απ’το μυστήριο που είναι συνυφασμένο μ’αυτήν την ιδιαίτερη και μαγική μέρα.

Τής απαντάω ότι θα μπορούσα να την “ανεχτώ” και για τέσσερα χρόνια ακόμη αν κατάφερνε να είναι τόσο θεατρική κατά την διάρκειά τους.

Χαμογελάει.

-ΟΚ, σειρά μου τώρα.

Αν και το άρωμα αναπνέει και τραγουδάει το μελαγχολικό τραγούδι του κι απ’τους καρπούς τους, ανασηκώνει τα μαλλιά της, γέρνει το κεφάλι της στο πλάι και με προσκαλεί να μυρίσω τον λαιμό της. Αυτήν η αυθόρμητη και παρορμητική χειρονομία μου ζεσταίνει ακόμη περισσότερο την καρδιά. Απ’ό,τι έχω καταλάβει όμως, αυτό το κορίτσι ήρθε στην Γη μ’αυτή την αποστολή. Να ζεσταίνει τις καρδιές των ανθρώπων.

Γέρνω στον λαιμό της και…

 

 

3

 

 

Δεν ξέρω αν είναι η χειρονομία της, το άρωμα, η περιρρέουσα γιορτινή ατμόσφαιρα ή ένας συνδυασμός όλων αυτών, όμως αυτό που μυρίζω με κάνει να μην μπορώ να συγκρατήσω τα δάκρυα που ανεβαίνουν στα μάτια μου.

Παλεύω μ’όλη μου την δύναμη να μην φιλήσω τον λαιμό της. Τελικά με σώζει η κρύα μου μύτη που αγγίζει ελαφρά το δέρμα της και την ξαφνιάζει.

Κάνει ένα βήμα πίσω και βλέπει τα μάτια μου.

-Ρε χαζέ…Σταμάτα να με κακομαθαίνεις! Τόσο όμορφα μυρίζω πια;

-Μυρίζεις σαν τους αγγέλους που δουλεύουν στο ζαχαροπλαστείο τού παραδείσου, ενώ μια δυνατή φωτιά από ξύλα μαζεμένα στο δάσος βρυχάται στο τεράστιο τζάκι…

Δεν θα σταματήσει πότε να κελαηδάει σαν αηδονάκι και πότε να γελάει με την ψυχή της για τις υπόλοιπες τρεις ώρες που θα είμαστε μαζί. Κι ούτε θα σταματήσει να μυρίζει λαίμαργα μια τους καρπούς της και μια το μπουκάλι μου. Δείχνει τόσο ευτυχισμένη κι ανέμελη.

Έρχεται η ώρα που πρέπει να φύγει για να προλάβει το λεωφορείο της. Δεν θέλω να φύγει…

Βγαίνουμε ξανά έξω στο κρύο και στεκόμαστε για λίγο μιλώντας με τα μάτια.

Έτσι κι αλλιώς δεν ξέρω τι να πω.

Κι απ’ό,τι φαίνεται ούτε κι αυτήν.

Κάνει ένα μικρό βήμα προς το μέρος μου.

Διστάζει για μια στιγμή.

Μετά γέρνει το πρόσωπό της προς το δικό μου, και με το μικρό της χέρι να μού χαϊδεύει τρυφερά το μάγουλο, ακουμπάει τα χείλη της φευγαλέα στα δικά μου.

 

4

 

Και μ’αυτήν την μικρή στιγμή τρυφερότητας βάζει το άρωμά της για πάντα μέσα μου.

 

Γυρίζει την πλάτη της κι αρχίζει ν’ απομακρύνεται.

 

 

Όμως μετά από μερικά βήματα σταματάει και στρέφει το κεφάλι της ξανά προς το μέρος μου.

 

 

“Με λένε Μαρία!” φωνάζει πριν εξαφανιστεί στην βουή τού πλήθους.

 

 

Στέκομαι ακίνητος ανάμεσα σε εκατοντάδες ανθρώπους που περπατούν βιαστικά ολόγυρά μου. Ανάβω ένα τσιγάρο κι ακουμπάω την πλάτη μου σ’έναν τοίχο.

 

 

Κλείνω τα μάτια και προσπαθώ να φανταστώ τι μπορεί να σκεφτόταν όταν βγήκε για λίγο έξω για ν’αγοράσει τσιγάρα.

Κλείνω τα μάτια και προσπαθώ να φανταστώ τα όμορφα μάτια της ν’ανοίγουν και πάλι διάπλατα από έκπληξη όταν θ’ανακαλύψει το μπουκαλάκι μου στην τσάντα της…

 

 

Μακάρι να είσαι ευτυχισμένη όμορφη Μαρία, όπου και να βρίσκεσαι.

Δεν σε είδα ποτέ να μεγαλώνεις. Δεν σε είδα ποτέ ν’απομακρύνεσαι.

Και δεν με είδες κι εσύ.

 

 

Η εικόνα σου παραμένει άσπιλη στο μυαλό μου, όπως εκείνο το μικρό θαύμα που έκανε τις τροχιές μας να διασταυρωθούν εκείνο το κρύο χειμωνιάτικο πρωινό πριν από 30 χρόνια.

 

 

Το γέλιο σου αντηχεί ακόμη στ’αυτιά και στην ψυχή μου.

Και σαν ένα φιλικό κι αγαπημένο φάντασμα, θα με επισκεφθείς γι’ακόμη μια φορά και φέτος, την ίδια μέρα που θα επιτρέψω στον εαυτό μου να φορέσει λίγο απ’το άρωμα που είσαι εσύ.

 

 

Για πάντα νέα…Για πάντα ευτυχισμένη…

 

 

Για πάντα η Μαρία μου. Η δική μου Μαρία απ’τα Χριστούγεννα του 1986.

 

 

Η όμορφη Μαρία μου τού Nuit de Noël…

 

 

Καλά Χριστούγεννα σε όλες και όλους…

 

Le Coeur Gothique

 

 

avatar-kk

 

 

 

6 Σχόλια
  1. Κάτι τέτοιες υπέροχες ιστορίες ,η μοίρα αποφασίζει να τις ζήσουν μόνο υπέροχοι άνθρωποι!Να ξέρεις πως 30 χρόνια μετά ,έκανες μια άλλη Μαρια να χαμογελάσει και να δακρύσει ταυτόχρονα. Πραγματικά ο,τι γράφεις αγγίζει την ψυχή μου και με συγκινεί αφανταστα! Τιμή μας να σε διαβάζουμε! Σου εύχομαι μέσα απο την καρδιά μου Καλά και ευτυχισμένα Χριστούγεννα!

  2. Είναι οι μεγάλοι έρωτες οι ανεκπλήρωτοι; αυτοί που χάνονται στη δίνη ενός αρωματος και στα χρώματα του δειλινού; ίσως, αλλά οι μεγάλοι έρωτες για μένα είναι αυτοί που αντέχουν το στοίχημα της αδυσώπητης καθημερινότητας και την σκληρότητα κάθε ξημερώματος. Χρόνια πολλά le coeur!

  3. Πολύ όμορφη νοσταλγικη ιστορία.. Καλά Χριστούγεννα με πολλή αγάπη και όμορφες στιγμές..

  4. Καταπληκτική ιστορία, νοσταλγική, γλυκιά και οικεία γιατί όλοι πιστεύω, ανεξαιρέτως, έχουν να θυμηθούν κάποια παρόμοια εμπειρία, ένα βλέμμα, μια κουβέντα, κάτι με κάποιον άγνωστο που μένει για πάντα στη μνήμη σαν μεγάλο “αν” και μας βασανίζει γλυκά. Παρεπιπτόντως θυμάμαι τα Χριστούγεννα του 86 στη Θεσσαλονίκη, είχε όντως χιονίσει πολύ και ήταν και για μένα μια περιπετειώδεις εποχή.
    Χρόνια Πολλά!

Αφήστε το σχόλιο σας

Το e-mail δεν θα εμφανιστεί.